καλάθου

καλάθου
κάλαθος
basket narrow at the base
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • κορινθιακός ρυθμός — Ο τρίτος και μεταγενέστερος ρυθμός της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής, μετά από τον δωρικό και τον ιωνικό. Συνιστά παραλλαγή του ιωνικού, από τον οποίο διαφέρει μόνο στη μορφή του κιονόκρανου. Το κορινθιακό κιονόκρανο αποτελείται από τον κάλαθο …   Dictionary of Greek

  • Λινδίων, δήμος — Νέος δήμος (3.633 κάτ.) του νομού Δωδεκανήσου, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Καλάθου, Λαέρμων, Λάρδου, Λίνδου και Πυλώνος της Ρόδου, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο οικισμός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”